- αλλαντοΐδα
- ή αλλαντοΐς, η (Βιολ.)εμβρυϊκός υμένας που χαρακτηρίζει τα ανώτερα Σπονδυλόζωα (Ερπετά, Πτηνά, Θηλαστικά).[ΕΤΥΜΟΛ. < allantois, νεολατιν. επιστημον. όρος < ελλην. ἀλλαντοειδής*. Όπως δείχνει και η ετυμολογική προέλευση τής λέξεως, πρόκειται περί κακοπλασμένου όρου, αντί τού ορθού (και ήδη αρχαίου) ελληνικού όρου ἀλλαντοειδής. Η λανθασμένη απόδοση τού όρου οφείλεται ίσως στο ότι το ελλ. allantoeides (ἀλλαντοειδὴς) εξελήφθη ως πληθ. ενός ενικού σε -ἰς (κατά το σχήμα: ἡρωίδες-ἡρωίς), πράγμα που οδήγησε στη δημιουργία τύπου σε -ὶς (ἀλλαντο-ΐς). Αξιοσημείωτο είναι ότι ο όρος αυτός επηρέασε μετά στον επίσης λανθασμένο σχηματισμό και άλλων συναφών όρων σε -ο-ϊκός αντί -ικός κ.λπ. (πρβλ. αλλαντοϊκός αντί αλλαντικός, αλλαντοϊκάση, αλλαντοϊνάση κ.τ.ό), αν δεν πρόκειται στις περιπτώσεις αυτές για απευθείας σχηματισμούς από τον τύπο τής γενικής ἀλλᾶντο-(ς) αντί τού ορθού ἀλλᾶντ-(ος)].
Dictionary of Greek. 2013.